Επικονίαση και καρποφορία των ελαιοδένδρων
Η πλειοψηφία των ποικιλιών ελιάς χαρακτηρίζονται ως αυτογόνιμες. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν ανάγκη να επικονιαστούν από άλλη, συμβατή ποικιλία ώστε να καρποφορήσουν. Οπότε η εγκατάσταση του ελαιώνα είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με αμιγή φύτευση μίας και μόνο ποικιλίας, χωρίς προβλήματα καρποφορίας.
Στην αντίπερα όχθη υπάρχουν ποικιλίες που απαιτούν μερικώς ή πλήρως την παρουσία άλλων δένδρων δωρητών γύρης ώστε να επικονιαστούν και τελικά να γονιμοποιήσουν το άνθος τους, γεγονός που ως γνωστό οδηγεί στον σχηματισμό καρπών.
Έρευνες δείχνουν ότι η παραγωγικότητα ενός αμιγούς ελαιώνα μπορεί να αυξηθεί από 1 μέχρι 10% ποσοστά που μπορεί να δείχνουν χαμηλά αλλά έχουν εξαιρετική σημασία αν αναλογιστούμε ότι επιτυγχάνεται αύξηση στην παραγωγή χωρίς να επεκτείνουμε την καλλιεργήσιμη γη και χωρίς να αυξήσουμε τις εισροές στον ελαιώνα (φυτοπροστατευτικά προϊόντα, λιπάσματα, καύσιμα, άρδευση).
Η εισαγωγή νέων δένδρων επικονιαστών είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με φύτευση ενδιάμεσα (π.χ. στο κέντρο ενός τετραγώνου φύτευσης) ή με εμβολιασμό δένδρων που έχουν γεράσει και η απόδοσή τους είναι χαμηλή.
Παράγοντες που επηρεάζουν την επικονίαση
- Επάρκεια γύρης: τα θηλυκά άνθη χρειάζεται να έχουν αφθονία γύρης όταν είναι επιδεκτικά επικονίασης και αυτό στη γεωργική πράξη σημαίνει ότι τα δένδρα δωρητές πρέπει να έχουν ανθίσει ταυτόχρονα μεταξύ τους αλλά και σε συγχρονισμό με τα θηλυκά. Ο παράγοντας που επηρεάζει το χρόνο άνθησης αλλά και τη διάρκειά της είναι το κλίμα. Αν οι περιβαλλοντικές συνθήκες είναι καλές για τη συγκεκριμένη ποικιλία τότε η επικονίαση θα εξελιχθεί ικανοποιητικά. Αυτό που συμβουλεύων τον ελαιοπαραγωγό είναι να καταγράφει κάθε χρόνο την ημερομηνία εμφάνισης των ανθέων (αρσενικών και θηλυκών) ώστε να διαπιστώσει πότε είναι άφθονη η γύρη στον ελαιώνα του.
- Ο αριθμός των πλήρων ανθέων: αναφέρομαι στο φαινόμενο της πύρωσης του υπέρου που επηρεάζεται κυρίως από γενετικούς παράγοντες και λιγότερο από περιβαλλοντικούς. Άρα ανάλογα τις ποικιλίες που έχουμε στον ελαιώνα θα αναμένουμε καλύτερα ή χειρότερα ποσοστά επικονίασης και γονιμοποίησης.
- Ζωτικότητα της γύρης: ο γενετικός παράγοντας επηρεάζει κι εδώ τα ποσοστά στειρότητας της γύρης. Προφανώς ανάμεσα στις ποικιλίες υφίσταται διαβάθμιση και άρα η επιλογή της πιο γόνιμης σε συνδυασμό με τη συμβατότητα με το θηλυκό άνθος πρέπει να καθοδηγήσει τον ελαιοκαλλιεργητή. Μια άλλη έξυπνη τακτική είναι να εισάγουμε περισσότερες από έναν μία ποικιλία δωρητή για να διασφαλίσουμε υψηλότερα ποσοστά καρπόδεσης.
- Κλίμα: Η στειρότητα της γύρης αλλά και η διαδικασία της ίδιας της επικονίασης έχει παρατηρηθεί ότι επηρεάζεται και από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Χαμηλές θερμοκρασίες γενικά μειώνουν τον ρυθμό της επικονίασης, ενώ υψηλές τον επιταχύνουν. Καλύτερο εύρος θερμοκρασιών είναι οι 20-25οC, άνω των 30-35 παρατηρείται δυσμενής επίδραση. Βροχή την περίοδο της άνθησης δεν έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζει αρνητικά την επικονίαση. Αντίθετα ο άνεμος, που είναι και το μέσο επικονίασης, φαίνεται να επιδρά ως προς την κατεύθυνσή του. Άρα καλό είναι να λαμβάνεται υπόψη η επικρατούσα κατεύθυνση κατά την περίοδο άνθησης ώστε να είμαστε σίγουροι ότι η γύρη θα κινηθεί προς τα θηλυκά άνθη.
Ετικέτα:ελαιοκομία, ελαιόλαδο, ελιά