Διαχείριση ελαιόδενδρων μετά από φωτιά
Μετά από μία πυρκαγιά η εικόνα των φυτών που έχουν πληγεί από αυτή είναι απογοητευτική και πολλοί καλλιεργητές πιστεύουν ότι όλα έχουν τελειώσει.
Ωστόσο η πραγματικότητα για ορισμένα είδη φυτών είναι διαφορετική και είναι εκπληκτική η ικανότητά τους να επανέρχονται, ιδιαίτερα όταν παρεμβληθούν και οι κατάλληλες ανθρώπινες ενέργειες.
Η ελιά ανήκει σε αυτή την κατηγορία και επειδή κατέχει την πλειοψηφία των ελληνικών εκτάσεων δεν είναι λίγες οι φορές που έχω βρεθεί αντιμέτωπος με ερωτήσεις καλλιεργητών για τις δέουσες ενέργειες.
Καταρχάς πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ικανότητα ανάκαμψης των δένδρων από φωτιά εξαρτάται από την ένταση της φωτιάς, το μέγεθος-ηλικία του δένδρου, την ένταση της υδατικής καταπόνησης πριν και μετά το γεγονός της πυρκαγιάς, καθώς και τον αριθμό των κλάδων που εμφανίζονται άθικτοι πάνω από το σημείο τομής μεταξύ εμβολίου και υποκειμένου. Αν τα ελαιόδενδρα προέρχονται από μοσχεύματα τότε μετράμε και τυχόν παραφυάδες που προέρχονται από τη βάση του κορμού.
Σε επίπεδο ελαιώνα μας ενδιαφέρει και ο αριθμός των κορμών που έμειναν ανεπηρέαστοι από την φωτιά.
Οι εργασίες ανάκαμψης των ελαιοδένδρων μετά από φωτιά περιλαμβάνει κλάδεμα, αντικατάσταση ή και επισκευή του αρδευτικού συστήματος, διαχείριση θρέψης και απαραίτητα υπομονή εκ μέρους του καλλιεργητή. Η ελιά μετά την πάροδο ενός χρονικού διαστήματος δίνει νέους βλαστούς που συνιστούν τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης.
Κατόπιν ακολουθεί η εκτίμηση βιωσιμότητας του ελαιώνα η οποία σχετίζεται με τον αριθμό των δένδρων που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν.
Θάνατος
Ο πλήρης θάνατος των δένδρων του ελαιώνα από πυρκαγιά είναι πιο πιθανό να συμβεί σε νεαρές φυτείες, που πρακτικά σημαίνει ότι η διάμετρος των βλαστών είναι κάτω από 20 χιλιοστά.
Επίσης, χαμηλά ύψη βροχής πριν συμβεί η πυρκαγιά φαίνεται να συμβάλλουν στην αδυναμία ανάκαμψης των δένδρων και τελικά οδηγούνται στον θάνατο.
Εκτίμηση και ανάκαμψη
Το κλάδεμα των ζημιωθέντων δένδρων δεν πρέπει να λάβει χώρα πριν αρχίσει η νέα ανάπτυξη. Αν τα δένδρα είναι εμβολιασμένα σιγουρευτείτε ότι η νέα ανάπτυξη σχηματίζεται από βλάστηση πάνω από το σημείο τομής του εμβολιασμού.
Δένδρα προερχόμενα από μοσχεύματα μπορούν να σχηματίσουν νέα βλάστηση από οποιοδήποτε σημείο έκπτυξης, ακόμα και από τη βάση του κορμού. Ο χρόνος που απαιτείται για την εμφάνιση νέας βλάστησης είναι περίπου 2 εβδομάδες σύμφωνα με τους Sheldon & Sinclair (2000).
Η άρδευση επιταχύνει τον χρόνο που απαιτείται για να επιτευχθεί ξανά η πλήρης απόδοση των ελαιόδενδρων, αλλά ίσως πρέπει να εφαρμόζονται μικρότερες ποσότητες νερού σε σχέση με την πρότερη της φωτιάς περίοδο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα δένδρα που βρίσκονται στη φάση ανάκαμψης φέρουν μικρότερη επιφάνεια φυλλώματος (λιγότερα & μικρότερα φύλλα) οπότε οι υδατικές απαιτήσεις λόγω διαπνοής είναι χαμηλότερες.
Η λίπανση των ελαιόδενδρων είναι δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με την άρδευση. Σύμφωνα με τον Paul Vossen του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια τα ζημιωθέντα δένδρα δεν χρειάζονται μεγάλες ποσότητες λιπάσματος εξαιτίας της μικρής αναλογίας φύλλων/ριζών που ούτως ή άλλως προωθεί τη ζωηρή βλαστική ανάπτυξη. Επιπλέον προσθήκη λιπασμάτων θα δυσκολέψει τον επαναδιαμόρφωση των δένδρων.
Παράλληλα η υπερβολική προώθηση της βλάστησης μέσω των λιπασμάτων θα καθυστερούσε την είσοδο στην καρποφορία, γεγονός αρνητικό για τα ελαιόδενδρα.
Κλάδεμα
Συνήθως το κλάδεμα των ελαιόδενδρων μετά από πυρκαγιά ταυτίζεται με το κλάδεμα που λαμβάνει χώρα κατά την εγκατάσταση του ελαιώνα, τα πρώτα χρόνια ζωής του. Ενίοτε τα δένδρα που επιβιώνουν της φωτιάς εμφανίζουν τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης από την πιο ψυχρή πλευρά τους κατά τη διάρκεια της φωτιάς.
Είναι σημαντικό να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή των νέων βασικών βραχιόνων ώστε να αντέξουν στη συνέχεια το βάρος της συστάδας και των καρπών. Βασικό μέλημα είναι η αποφυγή σπασιμάτων που τελικά θα κοστίσουν σε απόδοση του ελαιώνα.
” “Ετικέτα:ελιά, περιβάλλον, φωτιά